Καρκίνος Δέρματος

Οι καρκινικές βλάβες στο δέρμα μπορεί να έχουν αρκετές διαφορετικές μορφές και αιτίες. Σε κάθε περίπτωση, η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να εξασφαλίσει την αποτελεσματική αντιμετώπιση, ωστόσο η πρόληψη παραμένει πάντα η καλύτερη θεραπεία!

ΑΚΤΙΝΙΚΗ ΥΠΕΡΚΕΡΑΤΩΣΗ

Η Ακτινική Υπερκεράτωση (ΑΚ) είναι η συνηθέστερη προκαρκινική βλάβη του δέρματος. Άτομα με ανοικτόχρωμο δέρμα έχουν υψηλή πιθανότητα να αναπτύξουν μία ή περισσότερες από αυτές τις κοινές προκαρκινικές μορφές, εάν εκτεθούν πολύ στον ήλιο και φτάσουν σε προχωρημένη ηλικία, αν και την τελευταία δεκαετία παρατηρούμε τέτοιες βλάβες και σε νέα άτομα.

Ο τόπος διαμονής παίζει σημαντικό ρόλο: όσο πιο κοντά ζει κανείς στον Ισημερινό, τόσο πιο μεγάλη  είναι η πιθανότητα να αναπτύξει κάποιος ΑΚ. Οι ακτινικές βλάβες είναι πιο συχνές στους άνδρες, ενώ οι Καυκάσιοι είναι πιο ευαίσθητοι στη βλαβερή επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας σε σχέση με άλλες φυλές.

Η ΑΚ, γνωστή και ως Ηλιακή Υπερκεράτωση, είναι δερματική βλάβη καλυπτόμενη με κρούστες. Συνήθως  εμφανίζεται στο φαλακρό της κεφαλής, στπ πρόσωπο, στα χέρια και σε άλλες περιοχές του σώματος που εκτίθενται συχνά στον ήλιο. Στην αρχή είναι συχνά τόσο μικρές που αναγνωρίζονται με την αφή και όχι με την όραση, ενώ αρκετά νωρίς μπορεί να εξαφανιστούν για να εμφανιστούν πάλι αργότερα.

Οι περισσότερες γίνονται κόκκινες, αλλά μερικές θα έχουν χρώμα ανοιχτού ή σκούρου μαυρίσματος, ροζ, κόκκινο ή ένα συνδυασμό αυτών, ή χρώμα ίδιο με το χρώμα του δέρματος. Ενίοτε, προκαλούν κνησμό ή έχουν μια αίσθηση τσιμπήματος ή τραβήγματος. Μπορούν ακόμα να φλεγμαίνουν και να περιβάλλονται από ερυθρότητα. Σε σπάνιες περιπτώσεις, οι ΑΚ μπορεί ακόμη και να αιμορραγήσουν.

Η ΑΚ μπορεί να γίνει το πρώτο βήμα που οδηγεί στο Ακανθοκυτταρικό Καρκίνωμα και για αυτό είναι γνωστή ως προκαρκινικό στάδιο. Έως και 15% των περιπτώσεων ΑΚ μπορούν να εξελιχθούν σε Ακανθοκυτταρικό Καρκίνωμα. Όσο περισσότερες ΑΚ έχει ένα άτομο, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα ότι μια ή περισσότερες μπορούν να μετατραπούν σε καρκίνο του δέρματος.


ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΙΤΙΑ

Χρόνια έκθεση στον ήλιο είναι η αιτία για όλες σχεδόν τις ΑΚ. Η βλάβη από ηλιακή ακτινοβολία είναι συσσωρευτική. Έτσι ακόμα και ένα μικρό χρονικό διάστημα έκθεσης στον ήλιο προστίθεται σε αυτή, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου. Οι μέρες με συννεφιά δεν είναι ασφαλείς, επίσης, διότι το 70%-80% των ηλιακών υπεριωδών ακτινών (UV) μπορούν να περάσουν μέσα από τα σύννεφα. Αυτές οι βλαβερές ακτίνες μπορούν ακόμα να αντανακλώνται στην άμμο, στο χιόνι καθώς και σε άλλες αντανακλώμενες επιφάνειες, και να δίνουν έτσι μεγαλύτερη έκθεση στον ήλιο. Η υπεριώδης ακτινοβολία που παράγεται από λάμπες στα σαλόνια μαυρίσματος μπορεί να είναι ακόμα πιο επικίνδυνη από τον ήλιο.

Επειδή το συνολικό ποσό του χρόνου που περνάμε στον ήλιο προστίθεται χρόνο με το χρόνο, οι πιο ηλικιωμένοι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν ΑΚ. Παρόλα αυτά, στην εποχή μας μερικά άτομα στην ηλικία των 20 ετών έχουν προσβληθεί. Πάντως οι ΑΚ είναι πιο συχνές σε άτομα πάνω από την ηλικία των 50 ετών.

Επίσης, άτομα των οποίων η άμυνα του ανοσοποιητικού συστήματος έχει εξασθενίσει από χημειοθεραπεία, AIDS, μεταμόσχευση οργάνων ή υπερβολική έκθεση σε ακτινοβολία UV, είναι λιγότερο ικανά να καταπολεμήσουν τα αποτελέσματα της ακτινοβολίας και έτσι, πιο πιθανό είναι να αναπτύξουν ακτινικές υπερκερατώσεις.

 

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Ενώ η ΑΚ αποτελεί την πιο κοινή προκαρκινική μορφή, δεν καταλήγουν όλες οι υπερκερατώσεις σε καρκίνο. Δυστυχώς, δεν υπάρχει τρόπος να ξέρουμε από πριν ποια είδη ΑΚ είναι πρόδρομοι των ακανθοκυτταρικών καρκινωμάτων, γι’ αυτό είναι ευτύχημα ότι υπάρχουν τόσες πολλές αποτελεσματικές θεραπείες που εξαλείφουν τις ακτινικές υπερκερατώσεις. Πριν να επιλέξουμε μια θεραπεία, ο γιατρός θα πρέπει να κάνει βιοψία για να αποφασίσει αν η ακτινική υπερκεράτωση είναι κακοήθης.

Πέρα από τα υπάρχοντα φάρμακα, η Κρυοχειρουργική είναι η πιο κοινά χρησιμοποιούμενη θεραπεία όταν υπάρχει ένας μειωμένος αριθμός βλαβών. Καμία τομή ή αναισθησία δεν απαιτείται. Υγρό άζωτο εφαρμόζεται με μια συσκευή σπρέι ή ένα βαμβακοφόρο στυλεό, που ψύχει τις βλάβες. Οι βλάβες σταδιακά συρρικνώνονται ή εμφανίζουν κρούστα και πέφτουν. Παροδική ερυθρότητα και οίδημα μπορεί να εμφανιστούν μετά τη θεραπεία, και σε μερικούς ασθενείς, αχρωμικές κηλίδες μπορεί να μείνουν για πάντα.

Εάν μια μορφή θεραπείας είναι καλή, δυο μπορεί να είναι καλύτερες. Μερικές από τις θεραπευτικές επιλογές είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές όταν χρησιμοποιηθούν μαζί ή σε συχνότητα. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να βελτιώσει το ποσοστό ίασης και να μειώσει τις παρενέργειες.

Άλλες μέθοδοι που χρησιμοποιούμε είναι η Χημική Απολέπιση, η χειρουργική αφαίρεση με Laser και η Φωτοδυναμική Θεραπεία (PDT).

 

ΠΡΟΛΗΨΗ

Ο καλύτερος τρόπος για να προλάβουμε την ακτινική υπερκεράτωση είναι να προστατεύσουμε τον εαυτό μας από τον ήλιο. Παρακάτω αναφέρονται κάποιες συνήθειες για την ασφάλειά μας από τον ήλιο, που πραγματικά έχουν αποτέλεσμα.

  • Αναζητήστε την σκιά, ειδικά μεταξύ 10 π.μ. και 16 μ.μ.
  • Να αποφεύγετε τα εγκαύματα
  • Αποφύγετε την ηλιοθεραπεία και το τεχνητό μαύρισμα στους UV θαλάμους μαυρίσματος (solarium).
  • Καλυφθείτε με κατάλληλη ενδυμασία, περιλαμβάνοντας ένα καπέλο με ευρύ γείσο και γυαλιά ηλίου με UV φακούς.
  • Χρησιμοποιήστε ένα ευρέως φάσματος (UVA/UVB) αντιηλιακό με δείκτη προστασίας SPF 15 και άνω, κάθε μέρα. Για εκτεταμένη υπαίθρια δραστηριότητα, χρησιμοποιήστε ένα αδιάβροχο, ευρέως φάσματος (UVA/UVB) αντιηλιακό με δείκτη προστασίας 30 και πάνω.
  • Εφαρμόστε μια ποσότητα (2 κουταλιές της σούπας) αντιηλιακού σε όλο σας το σώμα 30 λεπτά πριν βγείτε έξω. Εφαρμόστε πάλι κάθε δυο ώρες ή μετά από κολύμπι ή αυξημένη εφίδρωση.
  • Κρατήστε τα νεογέννητα μακριά από τον ήλιο. Τα αντιηλιακά θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στα βρέφη μετά την ηλικία των 6 μηνών.
  • Εξετάζετε το δέρμα σας από την κεφαλή μέχρι τα δάχτυλα των ποδιών κάθε μήνα.
  • Επισκεφθείτε το γιατρό σας κάθε χρόνο για και επαγγελματική εξέταση του δέρματος.

 

ΒΑΣΙΚΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ ΔΕΡΜΑΤΟΣ

Το Βασικοκυτταρικό Καρκίνωμα (BCC) είναι η πιο συνηθισμένη μορφή καρκίνου του δέρματος. Πάνω από το 30% των νέων περιστατικών καρκίνου είναι καρκίνοι του δέρματος και η πλειοψηφία αυτών είναι Βασικοκυτταρικά. Αυτοί οι καρκίνοι εμφανίζονται στα βασικά κύτταρα που βρίσκονται στα βαθύτερα στρώματα (στοιβάδες) της επιδερμίδας (της επιφανειακής στοιβάδας).

Οποιοσδήποτε με ιστορικό έκθεσης στον ήλιο μπορεί να αναπτύξει BCC. Παρόλα αυτά, ομάδες υψηλού κινδύνου είναι όσοι έχουν ανοιχτό δέρμα, ξανθά ή κόκκινα μαλλιά και μπλε, πράσινα ή γκρι μάτια. Αυτοί που προσβάλλονται πιο συχνά είναι οι ηλικιωμένοι, αλλά καθώς οι νέες περιπτώσεις αυξάνονται αριθμητικά κάθε χρόνο τις τελευταίες δεκαετίες, ο μέσος όρος ηλικίας των ασθενών κατά την προσβολή τους έχει σταθερά μειωθεί.

 

Η ΑΙΤΙΑ

Σχεδόν όλα τα BCC συμβαίνουν σε σημεία του σώματος που έχουν εκτεταμένα εκτεθεί στον ήλιο -ειδικά στο πρόσωπο, αυτιά, λαιμό, κεφαλή, ώμους και ράχη. Σε σπάνιες περιπτώσεις, όμως, οι όγκοι αναπτύσσονται σε μη εκτεθειμένες περιοχές.

 

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Μετά την ιατρική εξέταση από τον ειδικό, η διάγνωση του BCC επιβεβαιώνεται με βιοψία, εάν υπάρχει αμφιβολία. Αν υπάρχουν καρκινικά κύτταρα, απαιτείται θεραπεία. Ευτυχώς, υπάρχουν πολλές αποτελεσματικές μέθοδοι για την εξάλειψη  BCC. Η επιλογή της θεραπείας βασίζεται στον τύπο, το μέγεθος, την περιοχή και το βάθος διήθησης του όγκου. Επίσης εξαρτάται από την ηλικία του ασθενούς και την γενική κατάσταση της υγείας του και, τελικά, από την εμφάνιση του όγκου.

Με διάφορες χειρουργικές τεχνικές συνήθως χρησιμοποιείται τοπική αναισθησία. Πόνος ή δυσφορία κατά τη διάρκεια της χειρουργικής διαδικασίας είναι ελάχιστα και ο μετεγχειρητικός πόνος είναι σπάνιος. Το πσοστό ίασης είναι 99%!

Στη Μικρογραφική Χειρουργική με την μέθοδο MOHS, με τοπική αναισθησία ο ιατρός αφαιρεί τον όγκο με ένα πολύ λεπτό στρώμα του ιστού γύρω του. Καθώς ο ασθενής περιμένει, το αφαιρεθέν τεμάχιο στέλνεται αμέσως στο ιστοπαθολογικό εργαστήριο, όπου οι κατεψυγμένες τομές του ιστού εξετάζονται στο μικροσκόπιο από τον χειρουργό. Αν υπάρχει καρκίνος δέρματος σε κάποια περιοχή του ιστού, τότε η διαδικασία επαναλαμβάνεται μόνο στην περιοχή που αναγνωρίσθηκαν τα καρκινικά κύτταρα μέχρι το τελευταίο δείγμα ιστού να βρεθεί χωρίς καρκινικά κύτταρα. Η μέθοδος αυτή μπορεί να σώσει μεγαλύτερη ποσότητα υγιούς ιστού και έχει το μεγαλύτερο ποσοστό ίασης (99%). Χρησιμοποιείται συχνά σε βασικοκυτταρικούς όγκους που βρίσκονται σε περιοχές μεγάλης σημασίας και σε υποτροπιάζοντες όγκους ή σε δύσκολες περιοχές όπως γύρω από τα μάτια, μύτη, χείλη και αυτιά.

Στην Απόξεση και Ηλεκτροκαυτηρίαση (Διαθερμοπηξία), και πάλι με τοπική αναισθησία ο ιατρός αφαιρεί τον όγκο ξύνοντας τον με τη βοήθεια ενός ξέστρου (μυτερό, στρογγυλού σχήματος εργαλείο). Η θερμότητα που παράγεται με την βοήθεια μιας βελόνας διαθερμοπηξίας, καταστρέφει τα υπολείμματα του όγκου και ελέγχει την αιμορραγία. Η διαδικασία με ξέστρο μπορεί να επαναληφθεί δύο ή περισσότερες φορές κατά τη διάρκεια της ίδιας συνεδρίας και βοηθάει στο να σιγουρευτούμε ότι όλα τα καρκινικά κύτταρα έχουν καταστραφεί. Η τεχνική αυτή μπορεί να επιτύχει ποσοστά ίασης που φθάνουν αυτά της χειρουργικής αφαίρεσης, μπορεί όμως να μην είναι τόσο χρήσιμη σε επιθετικά BCC ή σε αυτά που βρίσκονται σε σημείο υψηλής επικινδυνότητας.

Άλλες μέθοδοι είναι η Ακτινοβολία, όπου δέσμες ακτινών Χ κατευθύνονται στον όγκο και δεν συντρέχει λόγος χειρουργικής τομής ή αναισθησίας, η Φωτοδυναμική Θεραπεία (PDT), που είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για ασθενείς με πολλαπλά BCC, η Κρυοχειρουργική, όπου ο όγκος καταστρέφεται με ψύξη με υγρό άζωτο, χωρίς να χρειάζεται να γίνει τομή ή αναισθησία, η χειρουργική αφαίρεση με Laser και βέβαια η τοπική εφαρμογή κρεμών, gels και διαλυμάτων.

 

ΑΚΑΝΘΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΩΜΑ

Το Ακανθοκυτταρικό Καρκίνωμα (SCC) είναι ο δεύτερος κατά σειρά πιο διαδεδομένος καρκίνος του δέρματος. Αυτή η μορφή καρκίνου συναντάται στα ακανθο-κύτταρα, από τα οποία αποτελείται το μεγαλύτερο μέρος της επιφανειακής στοιβάδας του δέρματος (η επιδερμίδα).

Τα SCC δύνανται να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε περιοχή του δέρματος, συμπεριλαμβανομένων των βλεννογόνων του στόματος και των γεννητικών οργάνων. Βέβαια, παρατηρείται πιο συχνά σε σημεία τα οποία εκτίθενται στον ήλιο, όπως π.χ. στο πτερύγιο του αυτιού, το κάτω χείλος, το πρόσωπο, το φαλακρό τμήμα ενός κρανίου, στο λαιμό, τα χέρια, τους βραχίονες καθώς επίσης και στα πόδια. Συχνά το δέρμα στα σημεία αυτά φαίνεται οπτικά σαν να έχει βλάβη από τον ήλιο, εμφανίζει ρυτίδες, αλλαγές στο χρώμα καθώς επίσης και απώλεια της ελαστικότητας.

Άτομα με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα, ξανθά μαλλιά και μπλε, πράσινα ή γκρι μάτια ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου. Όμως οποιοσδήποτε με ιστορικό σημαντικής έκθεσης στον ήλιο ανήκει επίσης στην ομάδα υψηλού κινδύνου. Άτομα των οποίων το επάγγελμα απαιτεί πολλές ώρες παραμονής σε εξωτερικό χώρο ή τα οποία περνούν αρκετό από τον ελεύθερό τους χρόνο στον ήλιο οπωσδήποτε κινδυνεύουν. Κάποιος ο οποίος είχε στο παρελθόν BCC έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξει SCC, όπως συμβαίνει και στα άτομα τα οποία έχουν κληρονομική ευαισθησία στη UVΑ ακτινοβολία.

Ορισμένοι καρκινικοί όγκοι ή προκαρκινικές βλάβες, οι περισσότεροι από τους οποίους προέρχονται από συσσωρευμένη ηλιακή ακτινοβολία, έχουν σχέση με την ανάπτυξη του SCC. Μεταξύ αυτών είναι οι Ακτινικές ή Ηλιακές Υπερκερατώσεις, η Ακτινική Χειλίτιδα η Λευκοπλακία και η Νόσος Bowen.

Το SCC εκδηλώνεται ως μία επίμονη παχιά, τραχεία, λεπιδώδης βλάβη, η οποία δύναται να αιμορραγήσει εάν χτυπηθεί κατά λάθος. Συχνά μοιάζει με θήλωμα και μερικές φορές εμφανίζεται ως μία ανοιχτή πληγή με επηρμένα όρια και εφελκίδες στην επιφάνεια ή που καλύπτουν μια επηρμένη ρυπαρή βάση.

 

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Όταν το SCC εντοπίζεται σε πρώιμο στάδιο και αφαιρείται άμεσα, σχεδόν πάντα θεραπεύεται και τυχόν βλάβη που έχει προκαλέσει είναι αμελητέα. Εάν όμως δεν αντιμετωπιστεί, τότε τελικά κατατρώει τους υποκείμενους ιστούς και γίνεται δύσμορφο. Ένα μικρό ποσοστό, μάλιστα, μπορεί να κάνει μετάσταση σε απομακρυσμένους ιστούς και όργανα και μπορεί ακόμη να αποβεί και θανατηφόρο. Συνεπώς ο γιατρός, θα πρέπει να δει οποιοδήποτε ύποπτο όγκο χωρίς καθυστέρηση. Η διάγνωση θα γίνει κατόπιν λήψης τεμαχίου ιστού (βιοψίας) που θα ελεγχθεί στο μικροσκόπιο. Σε περίπτωση κατά την οποία παρατηρηθούν καρκινικά κύτταρα απαιτείται θεραπεία.

Ευτυχώς, υπάρχουν αρκετοί αποτελεσματικοί τρόποι να εξαλειφθεί το SCC. Tο είδος της αντιμετώπισης εξαρτάται από τον τύπο, το μέγεθος, το σημείο εντοπισμού, το βάθος του όγκου, την ηλικία και την γενικότερη υγεία του ασθενή. Η θεραπεία λαμβάνει χώρα στο γραφείο του ιατρού ή σε κλινική. Στις περισσότερες χειρουργικές επεμβάσεις χορηγείται τοπική αναισθησία, ο πόνος και η δυσφορία που νοιώθει ο ασθενής είναι μηδαμινή και σπάνια υπάρχει έντονος πόνος κατόπιν θεραπείας.

Σε ό,τι αφορά τη Μικρογραφική Χειρουργική με την μέθοδο MOHS ισχύει ό,τι και για το BCC και σε ποσοστό 94%-99% αποτελεί την καλύτερη αντιμετώπιση όλων των SCC. Στην περίπτωση Χειρουργικής Αφαίρεσης ο ιατρός χρησιμοποιεί νυστέρι για να αφαιρέσει ολόκληρο τον όγκο μαζί με την περιβάλλουσα περιοχή με όρια υγιούς δέρματος για λόγους ασφαλείας. Κατόπιν η πληγή γύρω από το χειρουργικό πεδίο κλείνει με ράμματα. Ο ιστός ο οποίος αφαιρείται στέλνεται στο εργαστήριο για μικροσκοπική εξέταση με σκοπό την πιστοποίηση ότι όλα τα καρκινικά κύτταρα έχουν αφαιρεθεί. Το ποσοστό επιτυχίας με αυτή την τεχνική αποτελεί περίπου το 92% των  πρωτοπαθών όγκων. Το ποσοστό πέφτει στο 77% σε περιπτώσεις υποτροπιαζόντων ακανθοκυτταρικών καρκινωμάτων.

Στην περίπτωση Ακτινοβολίας οι δέσμες ακτινών Χ κατευθύνονται στον όγκο και δεν συντρέχει λόγος χειρουργικής τομής ή αναισθησίας. Η καταστροφή του όγκου απαιτεί, συνήθως, μια σειρά θεραπειών διάρκειας 1-4 εβδομάδων. Μερικές φορές απαιτείται η θεραπεία να είναι καθημερινή για το διάστημα ενός μηνός. Τα ποσοστά επιτυχίας κυμαίνονται ανάμεσα σε 85% και 95%. Αυτή η τεχνική περιλαμβάνει μακροπρόθεσμα προβλήματα κοσμητικά, κινδύνους οι οποίοι συνδέονται με ακτινοβολία καθώς και πολλαπλές επισκέψεις. Γι’ αυτούς τους λόγους, αυτή η μορφή αντιμετώπισης εφαρμόζεται σε όγκους οι οποίοι παρουσιάζουν δυσκολία στο να αντιμετωπισθούν χειρουργικά και σε ασθενείς στους οποίους δεν ενδείκνυται το χειρουργείο, όπως στην περίπτωση των ηλικιωμένων ή εκείνων με βεβαρημένη υγεία.

 

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΥΠΟΤΡΟΠΗΣ

Οποιοσδήποτε έχει προσβληθεί από ένα SCC έχει αυξημένη πιθανότητα να αναπτύξει και δεύτερο όγκο, ειδικά στο ίδιο σημείο ή σε κοντινή του απόσταση. Αυτό συμβαίνει γιατί το δέρμα έχει είδη υποστεί μη αναστρέψιμη βλάβη από τον ήλιο. Τέτοιες υποτροπές τυπικά συμβαίνουν σε διάστημα των πρώτων δύο ετών από την ημέρα της χειρουργικής αντιμετώπισής του. Ένα SCC μπορεί να υποτροπιάσει ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία έχει αφαιρεθεί προσεκτικά ο όγκος την πρώτη φορά. Συνεπώς επιβάλλεται να εξετάζεται ιδιαίτερα προσεκτικά το σημείο στο οποίο εφαρμόστηκε η προηγούμενη θεραπεία. Οποιαδήποτε αλλαγή παρατηρηθεί θα πρέπει να επιδεικνύεται αμέσως στον ιατρό. Τα SCC στα αυτιά, μύτη και χείλη είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην επανεμφάνιση.

Ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία δεν παρατηρηθούν ύποπτα σημάδια, επιβάλλονται τακτικές επισκέψεις στον ιατρό με σκοπό την εξέταση ολόκληρου του σώματος μετεγχειρητικά. Σε περίπτωση που επανεμφανιστεί ο καρκίνος, ο ιατρός δύναται εκ νέου να προτείνει για την επόμενη φορά μια εναλλακτική μορφή θεραπείας και μάλιστα συγκεκριμένες μεθόδους όπως MOHS μικρογραφική χειρουργική, η οποία είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική για τις περιπτώσεις υποτροπής του καρκίνου.